10 Ιούνη 1944 – 10 Ιούνη 2019
75 χρόνια από τη σφαγή του χωριού Δίστομο από τους ναζί Γερμανούς κατακτηκτές
Η ονομασία του Στεκιού επιλέχθηκε με σκοπό να αποτίσει φόρο τιμής στους νεκρούς του Διστόμου που σφαγιάστηκαν από τους ναζί Γερμανούς κατακτητές στις 10 Ιουνίου του 1944. Η επιλογή αυτή αποτελεί μια διαρκή υπενθύμιση πως σε μια χώρα με την ιστορική ιδιομορφία της Ελλάδας, η οποία έχει πληρώσει ‘’φόρο’’ αίματος στους ναζί, δεν μπορούμε να επιτρέψουμε στο παρακρατικό ιστορικό συνεχές των ταγμάτων ασφαλείας και των γερμανοντυμένων, των πιο πιστών συνεργατών των γερμανών ναζί, να μολύνουν τις γειτονιές της Αθήνας. Ταυτόχρονα όμως και μια επιθυμία να βάλουμε ένα μικρό κομμάτι στο ψηφιδωτό της ιστορικής δικαίωσης των νεκρών,των βασανισμένων και των φυλακισμένων του ελληνικού αντιφασιστικού κινήματος, εκτιμώντας πως ο σημερινός αγώνας για απελευθέρωση περνάει και πάλι μέσα από το τσάκισμα των φασιστών και του παράκρατους,ως μια διαδικασία που οφείλει να λάβει μαζικά-λαϊκά-πολύμορφα και εδαφικά χαρακτηριστικά σε ολόκληρη την Ελλάδα.
Παραθέτουμε μαρτυρία από την ημέρα εκείνη: «Στο Δίστομο άρχισαν σφαγή. Σκότωσαν αδιάκριτα γέρους, μωρά εξαμηνίτικα, γριές, τα παιδιά του σχολείου (όλα στην αίθουσα του σχολείου) και τον παπά. Βρέθηκαν όλες σχεδόν οι νέες γυναίκες σχισμένες με ξίφος ή μαχαίρι από τα γεννητικά τους όργανα μέχρι το στήθος. Βρέθηκαν γυναίκες με κομμένους τους μαστούς, ξεκοιλιασμένες με τα παιδιά στην αγκαλιά τους. Βρέθηκαν μικρά παιδιά σφαγμένα και ξεκοιλιασμένα και τα έντερα περασμένα στο λαιμό. Του παπά του καψών το κεφάλι και το είχαν πεταμένο μακριά από το πτώμα του. Ο απολογισμός αυτού του σαδιστικού αφηνιασμού είναι 296 νεκροί, χωρίς να υπολογιστούν οι πολυάριθμοι πληγωμένοι και οι λίγοι κάτοικοι που έχασαν τα λογικά τους.»
«Επίγραμμα για το Δίστομο» ποίημα του Γιάννη Ρίτσου
Εδώ ’ναι το πικρό το χώμα του Διστόμου.
Ω, εσύ διαβάτη, όπου πατήσεις, να προσέχεις —
εδώ πονά η σιωπή, πονάει κι η πέτρα κάθε δρόμου
κι απ’ τη θυσία κι απ’ τη σκληρότητα του ανθρώπου.
Εδώ μια στήλη απλή, μαρμάρινη, όλη κι όλη
με ονόματα σεμνά, κι η Δόξα τα ανεβαίνει
λυγμό-λυγμό, σκαλί-σκαλί, μεγίστη σκάλα.
Φωτογραφικό υλικό: